Παθητική επιθετικότητα
Συγκαλυμμένη επιθετικότητα, το χαμόγελο που μας θυμώνει, κυνικότητα ή …τι;
Πώς μπορεί να νιώθουμε έξαλλοι με κάποιον που, φανερά τουλάχιστον, δεν έχει κάνει κάτι για να μας επιτεθεί;
Έχει συμβεί σε όλους μας να έχουμε σχέσεις στη ζωή μας με ανθρώπους που μας θυμώνουν πολύ αλλά δεν παραδέχονται ποτέ το λάθος τους, την επιθετικότητά τους, ακόμη και την αργοπορία τους ή την αναβλητικότητά τους για συγκεκριμένες δραστηριότητες. «Μα, έτυχε…», μπορεί είναι μια συνηθισμένη αντίδραση ή «συγγνώμη…», απλά για να το επαναλάβουν την αμέσως επόμενη φορά και να μας βγάλουν κυριολεκτικά από τα ρούχα μας
Το θέμα είναι ότι ενώ αρνούνται επίμονα, χαμογελούν ή εξηγούν ότι δεν θα το ξανακάνουν, εμείς νιώθουμε μια ολοένα και μεγαλύτερη σκιά θυμού να μας κυκλώνει και να μας πνίγει στην κυριολεξία. «Με έχει σκάσει…», είναι η συνηθισμένη αντίδραση αλλά, η αλήθεια είναι, ότι είναι πολύ δύσκολο να συνειδητοποιήσει κανείς τι ακριβώς συμβαίνει και να το επικοινωνήσει.
Ας εξετάσουμε όμως ορισμένα παραδείγματα προκειμένου να εξηγήσουμε καλύτερα τους τρόπους με τους οποίους εκδηλώνεται η παθητική επιθετικότητα:
-Έκφραση ειρωνείας και κυνικότητας.
-Δεν κάνει ποτέ αυτό που του ζητούν και μετά γίνεται απολογητικός…
-Είναι αδύνατον να βγει νόημα μαζί του στην κουβέντα…
-Δεν ακούει… Δεν καταλαβαίνει…
-Κενά μνήμης.
-«Παίζει» το θύμα σιωπώντας.
-Αρνείται ότι είναι θυμωμένος.
-Έχει πάντα μια δικαιολογία.
-Κωλυσιεργία, αναβλητικότητα.
-Αργοπορεί διαρκώς στα ραντεβού του και δεν είναι ποτέ στην ώρα του.
-«Ξεχνά» διαρκώς τις υποχρεώσεις του.
-Υπεκφεύγει προβλήματα και καταστάσεις, «στρουθοκαμηλίζοντας» το θυμό του.
-Δημιουργεί χαοτικές συζητήσεις και καταστάσεις από το «τίποτα»…
-Δεν χαλά χατίρι αλλά δημιουργεί διαρκώς μια ατμόσφαιρα εκνευρισμού στους γύρω του.
-Δυσαρέσκεια και αντιρρήσεις προς τις απαιτήσεις των άλλων.
-Φόβος ανταγωνισμού.
-Φόβος εγγύτητας και εξάρτησης.
-Παραπονιέται ότι οι άλλοι τον υποτιμούν ή τον κοροϊδεύουν.
-Πείσμα.
Η παθητική επιθετικότητα αποτελεί ένα μοτίβο συμπεριφοράς με το οποίο μπορεί κανείς να εκφράζει με έμμεσο τρόπο αρνητικά συναισθήματα (κυρίως θυμό) αντί να τα διαχειρίζεται με ευθύ και άμεσο τρόπο. Το άτομο αρνείται πάντα ότι έχει επιθετική πρόθεση και, γενικότερα, είναι πολύ δύσκολο να συνεννοηθείς μαζί του. Σε γενικές γραμμές είναι απολογητικός και παριστάνει το θύμα, δεν εκφράζει ποτέ ευθέως τι θέλει και επαναλαμβάνει την ίδια συμπεριφορά κατά διαστήματα.
Ουσιαστικά, υφίσταται μία αποσύνδεση μεταξύ αυτών που το άτομο λέει και αυτών που πράττει. Τα αληθινά συναισθήματα ενός ατόμου που εκδηλώνει παθητική επιθετική συμπεριφορά φαίνονται μέσα από τις πράξεις του και όχι μέσα από τα λόγια του.
Αυτό που το άτομο «κερδίζει» με την παθητική επιθετικότητα είναι, καταρχάς, ότι ο αποδέκτης δεν μπορεί να αντιληφθεί άμεσα το θυμό που υποκρύπτεται στα λόγια του και, βέβαια, η αίσθηση δύναμης, ελέγχου και αρνητικής συναισθηματικής ικανοποίησης.
Κρύβεται σε λόγια, σχέσεις, καταστάσεις…
Η παθητική επιθετικότητα μπορεί να απευθύνεται σε ένα άτομο ή σε μια ομάδα. Επίσης, μπορεί να «κρύβεται», γερά καμουφλαρισμένη, πίσω από λόγια, σχέσεις, καταστάσεις.
Η παθητική επιθετικότητα μπορεί να εκδηλώνεται σε λεκτικό επίπεδο, δηλαδή να κρύβεται πίσω από τα λεγόμενα του ατόμου όπως, για παράδειγμα, συμβαίνει με την ειρωνεία, το σαρκασμό, τη συνεχή κριτική προσώπων και καταστάσεων, τα συγκαλυμμένα καυστικά αστεία, το συνεχές πείραγμα των άλλων κ.ά.
Η παθητική επιθετικότητα μπορεί επίσης να εκδηλώνεται στα πλαίσια της δυναμικής μιας σχέσης. Σχετικά παραδείγματα αποτελούν η αμφιθυμία και τα διπλά μηνύματα, η τιμωρία της σιωπής, ο κοινωνικός αποκλεισμός, η αμέλεια, οι δυσάρεστες εκπλήξεις, η διπλοπροσωπία, οι πισώπλατες μαχαιριές κ.ά.
Σε πολλές δραστηριότητες ή εργασίες που επιτελούμε μπορεί επίσης να εκφράζουμε παθητική επιθετικότητα, όπως, για παράδειγμα, συμβαίνει όταν αναβάλλουμε διαρκώς, ξεχνάμε ή αποφεύγουμε τις υποχρεώσεις μας. Άλλα σχετικά παραδείγματα αποτελούν η αποφυγή των ευθυνών, η αντίσταση, η διάρρηξη συμφωνιών, η αναποτελεσματικότητα εκ προθέσεως, η απόκρυψη πηγών πληροφόρησης, η αυστηρότητα, η αναποτελεσματικότητα και η αμέλεια.
Τέλος, παθητική επιθετικότητα μπορεί να εκφράζεται και μέσω της αυτοτιμωρίας. Σχετικά παραδείγματα αποτελούν η επιτηδευμένη αποτυχία σε μια δραστηριότητα, η τάση παραίτησης και εγκατάλειψης μιας προσπάθειας, η θυματοποίηση, η εξάρτηση, ο εθισμός, ο αυτοτραυματισμός, η υπερβολική ανησυχία και μεγαλοποίηση θεμάτων υγείας.
Διαγνωστικά κριτήρια αξιολόγησης
Η παθητική επιθετικότητα ορίστηκε για πρώτη φορά σε κλινικό επίπεδο από τον Colonel William Menninger, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, στο πλαίσιο της παρατήρησης της αντίδρασης στρατιωτών σε θέματα στρατιωτικής πειθαρχίας. Ο Menninger περιγράφει στρατιώτες που, ενώ δεν ήταν ανοικτά εριστικοί, εξέφραζαν την επιθετικότητά τους με παθητικό τρόπο όντας, για παράδειγμα, διαρκώς συνοφρυωμένοι, ισχυρογνώμονες, πείσμονες, αναποτελεσματικοί, κωλυσιεργώντας διαρκώς και εκδηλώνοντας παθητική αντίσταση. Ο Menninger απέδιδε την εν λόγω συμπεριφορά σε ανωριμότητα αλλά και σε αντίδραση στο στρες των απαιτήσεων της στρατιωτικής ζωής.
DSM-I
Στην πρώτη έκδοση του Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders, DSM-I, το 1952, η έννοια της παθητικής επιθετικότητας ορίζεται υπό μια στενή έννοια μαζί με την παθητική-εξαρτητική προσωπικότητα.
DSM III R
Στο DSM III R η παθητική επιθετικότητα εντάσσεται στις Διαταραχές Προσωπικότητας με τα ακόλουθα διαγνωστικά κριτήρια αξιολόγησης:
Εκδήλωση παθητικής αντίστασης σε πλαίσια που απαιτούν επαρκή κοινωνική και επαγγελματική απόδοση. Η συμπεριφορά αυτή ξεκινά νωρίς, κατά την ενήλικη ζωή, και είναι παρούσα σε μια σειρά καταστάσεων, όπως φαίνεται από τουλάχιστον πέντε από τα ακόλουθα κριτήρια αξιολόγησης:
1. Το άτομο αναβάλλει διαρκώς. Για παράδειγμα, μπορεί να αναβάλλει ζητήματα που πρέπει να γίνουν ώστε να μην τηρούνται οι προθεσμίες.
2. Γίνεται σκυθρωπό, ευερέθιστο ή εριστικό όταν του ζητηθεί να κάνει κάτι που δεν θέλει να κάνει.
3. Εργάζεται επιτηδευμένα αργά ή δεν κάνει καλή δουλειά σε εργασίες που δεν επιθυμεί.
4. Διαμαρτύρεται αδικαιολόγητα ότι οι άλλοι έχουν παράλογες απαιτήσεις από αυτόν.
5. Αποφεύγει υποχρεώσεις ισχυριζόμενος ότι τις ξέχασε.
6. Πιστεύει ότι κάνει πολύ καλύτερη δουλειά από ό, τι νομίζουν οι άλλοι.
7. Ενοχλείται από χρήσιμες προτάσεις των άλλων για το πώς θα μπορούσε να είναι πιο παραγωγικός.
8. Παρεμποδίζει τις προσπάθειες των άλλων με το να μην κάνει το μέρος της δουλειάς που του αναλογεί.
9. Αδικαιολόγητα περιφρονεί ή κριτικάρει άτομα σε θέσεις εξουσίας.
DSM IV
Στην επόμενη όμως έκδοση του Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders, στο DSM IV (4), παρουσιάζονται μεν προτεινόμενα διαγνωστικά κριτήρια αξιολόγησης για την παθητική επιθετικότητα χωρίς όμως να υπάρχει μια ξεχωριστή διαγνωστική κατηγορία (αναφέρεται μάλιστα ως negativistic personality disorder). Συγκεκριμένα αναφέρεται:
Σταθερό μοντέλο αρνητικής στάσης και παθητικής αντίστασης στις απαιτήσεις για επαρκή απόδοση, το οποίο ξεκινά νωρίς, κατά την ενήλικη ζωή του ατόμου, και εκδηλώνεται σε διάφορες καταστάσεις, όπως καθορίζεται από τουλάχιστον τέσσερα από τα παρακάτω κριτήρια αξιολόγησης:
1. Παθητική αντίσταση στην ολοκλήρωση κοινωνικής και επαγγελματικής ρουτίνας.
2. Παράπονα ότι οι άλλοι δεν τον καταλαβαίνουν και τον υποτιμούν.
3. Είναι σκυθρωπός και εκφράζει διαρκώς διαφωνίες.
4. Αναίτια κριτικάρει και περιφρονεί την εξουσία.
5. Εκφράζει φθόνο και δυσφορία εναντίον των άλλων που θεωρεί περιστασιακά πιο τυχερούς.
6. Επίμονα μεγαλοποιεί τα πράγματα και παραπονιέται για την προσωπική του ατυχία.
7. Η συμπεριφορά του εναλλάσσεται μεταξύ επιθετικής περιφρόνησης και μετάνοιας.
Τα παραπάνω δεν προκύπτουν αποκλειστικά κατά τη διάρκεια μείζονος καταθλιπτικού επεισοδίου, ούτε εξηγούνται καλύτερα από την παρουσία δυσθυμικής διαταραχής.
Ο «μυστικός κόσμος» του παθητικο-επιθετικού ατόμου
Τα άτομα που εκδηλώνουν παθητική επιθετικότητα έχουν συνήθως μεγαλώσει σε περιβάλλοντα στα οποία ο θυμός και η εκδήλωσή του δεν ήταν αποδεκτά για διάφορους λόγους. Για παράδειγμα, οι γονείς μπορεί να ήταν αρκετά αυστηροί και δεν επέτρεπαν αντίδραση ή άρνηση στη θέλησή τους. Μπορεί, επίσης, να υπήρχαν διπλά μηνύματα σχετικά με την έκφραση του θυμού και, έτσι, το παιδί να βίωνε μια αμφιθυμία σχετικά με το αν ο θυμός είναι κάτι καλό ή κακό, αποδεκτό ή μη. Ένα άλλο παράδειγμα μπορεί να αποτελεί ο γονιός ο οποίος άλλαζε απότομα και απρόβλεπτα τη συμπεριφορά του από υπέρμετρα ανεκτική σε ελεγκτική/ τιμωρητική. Σε άλλες περιπτώσεις, μπορεί να συνέτρεχαν και άλλα προβλήματα, όπως, για παράδειγμα, η κατάχρηση ουσιών ή αλκοόλ.
Η εσωτερική πεποίθηση ενός παιδιού ότι ο θυμός δεν είναι ένα «ασφαλές» συναίσθημα με το οποίο μπορεί να εκφράζεται επιβεβαιώνεται κάθε φορά που ένας ενήλικας χάνει τον έλεγχο του εαυτού του και ξεσπά με οργή στους άλλους γύρω του. Σε όλες τις περιπτώσεις, το παιδί που μεγαλώνει υπό αυτές τις ψυχικές παραμέτρους λαμβάνει το μήνυμα ότι η άμεση έκφραση του θυμού οδηγεί σε απόρριψη, ντροπή, εγκατάλειψη, τιμωρία ή και βία. Με άλλα λόγια, ο θυμός συνδέεται με αίσθηση απειλής και κινδύνου και την πεποίθηση ότι δεν είναι ασφαλές να εκφραστεί.
Έτσι, όταν το παιδί νιώθει θυμό βιώνει παράλληλα και άγχος και μια αίσθηση επερχόμενης καταστροφής ή τιμωρίας. Ο θυμός είναι επικίνδυνος και οι άλλοι δεν πρέπει να μάθουν για το θυμό του γιατί μπορεί να τον απορρίψουν, να τον εγκαταλείψουν κοκ. Ουσιαστικά, ο θυμός μαζί με το φόβο που τον συνοδεύει αρχίζουν σταδιακά να διαμορφώνουν την παθητική επιθετική συμπεριφορά. Και, με αυτό τον τρόπο, εκκινούν και οι αντιδράσεις που προαναφέρθηκαν οι οποίες ουσιαστικά αποτελούν τρόπους για να εκφράζει κανείς με έμμεσο τρόπο τα «επικίνδυνα» και μη αποδεκτά συναισθήματά του με συμπεριφορές που είναι ταυτόχρονα κοινωνικά αποδεκτές αλλά και εξοργιστικές για τους άλλους. Έτσι, το άτομο νιώθει ότι «δίνει» την απάντησή του αλλά παίρνει και εκδίκηση, ενώ ο παραλήπτης της κρυμμένης οργής του χάνει τον έλεγχό του.
Ενδοψυχικές συγκρούσεις
Ο Kantor αναφέρει ότι το άτομο που εκδηλώνει παθητική επιθετικότητα βιώνει τρεις βασικές ενδοψυχικές συγκρούσεις και αμφιθυμία σχετικά με την εξάρτηση, τον έλεγχο και την ανταγωνιστικότητα, και όλα αυτά συνδέονται και σχετίζονται μεταξύ τους με το αίσθημα του φθόνου. Ο συνδυασμός αυτός λειτουργεί ως ερέθισμα για το θυμό του παθητικο-επιθετικού ατόμου και το πιο δυνατό ερέθισμα έκκλησης είναι αυτό που διεγείρει και κινητοποιεί όλες τις ενδοψυχικές συγκρούσεις ταυτόχρονα, οδηγώντας ουσιαστικά στο σημείο εκδήλωσης της χαρακτηριστικής, όπως προαναφέρθηκε, παθητικο-επιθετικής απόκρισης.
Τα παιδιά που μαθαίνουν από μικρή ηλικία να καλύπτουν το θυμό τους με αυτό τον τρόπο μπορεί να αντιμετωπίσουν δυσκολίες στη ζωή τους, να μην είναι δυναμικοί και σίγουροι για τον εαυτό τους και να μην αναπτύσσουν καλύτερες δεξιότητες έκφρασης. Παράλληλα, δυστυχώς, μπορεί να εξελίσσονται σε ενήλικες οι οποίοι κάτω από ένα σαγηνευτικό πέπλο και χαμόγελο μπορεί να υποκρύπτουν εκδικητικότητα και μοχθηρία. Σε κάθε περίπτωση, το άτομο δεν μπορεί να νιώσει ηρεμία και, κυρίως, ικανοποίηση και χαρά στη ζωή του και οι σχέσεις του επηρεάζονται σε σημαντικό βαθμό από τον κρυμμένο θυμό και το φόβο του. Στις προσωπικές σχέσεις είναι δύσκολο να απεμπλακεί κανείς από το φαύλο κύκλο της παθητικής επιθετικότητας: να αναγνωρίσει και να εντοπίσει καταρχάς αυτή τη συμπεριφορά και στη συνέχεια να επικοινωνήσει ανοιχτά τα συναισθήματά του και τις επιθυμίες του. Σε πολλές σχέσεις η παθητική επιθετικότητα καταλήγει να αποτελεί το βασικό μηχανισμό σύγκρουσης και κλιμακούμενης έντασης μεταξύ των δύο συντρόφων αλλά και μιας αίσθησης «αλληλο-βασανισμού» μεταξύ τους: σαν να ζουν για να προκαλούν ο ένας τον άλλο σε έναν φαύλο κύκλο καβγάδων και διαφωνιών που δεν οδηγεί πουθενά και φθείρει ανεπανόρθωτα την επικοινωνία και το μέλλον της σχέσης. Η λήξη αυτού του μοτίβου επιτυγχάνεται εάν και μόνο εάν οι συμμετέχοντες δουλέψουν επί της σχέσης και καταφέρουν έτσι να αποδομήσουν το φαύλο κύκλο του θυμού.
πηγή: psychologynet.gr