Πότε ένα ζευγάρι χρειάζεται σύμβουλο

Δεκεμβρίου 30, 2014

Ένας θύτης, ένα θύμα, ένας διαιτητής και πολλά χαρτομάντιλα. Αυτή είναι η εικόνα που μας έρχεται στο μυαλό όταν ακούμε τις λέξεις Σύμβουλος Γάμου ή, στην εκσυγχρονισμένη σημερινή του εκδοχή, Συμβουλευτική Ζευγαριών ή Θεραπεία Ζεύγους. Mια λύση που τα ζευγάρια σκέφτονται όταν έχουν ήδη αρχίσει να κατηγορούν ο ένας τον άλλο ως θύτη της σχέσης τους ενώ είναι και οι δύο παραπάνω από πρόθυμοι να παίξουν το ρόλο του θύματος, κυρίως για να επιρρίψουν ακόμα περισσότερες ευθύνες στο μέχρι πρότινος λατρεμένο έτερον ήμισυ.

Γενικώς, όσον αφορά την ελληνική εμπειρία, όπου η ψυχοθεραπεία για πολλούς δεν έχει πάψει να είναι ταμπού, ένα ζευγάρι σκέφτεται να απευθυνθεί σε Σύμβουλο Γάμου όταν είναι πλέον πολύ αργά και ο χωρισμός έχει ήδη πέσει στο τραπέζι. Όταν πια η σχέση έχει υποστεί μεγάλη φθορά. Τότε καταφεύγουν στη θεραπεία ως μια ύστατη λύση προκειμένου να σώσουν τον υπό κατάρρευση γάμο τους, ζητώντας από τον ειδικό «να βάλει μυαλό» στον άλλο, κυρίως για να τους δικαιώσει. Το θέμα λοιπόν δεν είναι να σωθεί η σχέση αλλά το ποιος έχει δίκιο.

«Μέσα στη συνεδρία ο ειδικός καλείται να αναλάβει το ρόλο του γονέα που θα συνετίσει τον έναν από τους δύο, να γίνει δικαστής που θα δικαιώσει τον αδικούμενο ή θα επιπλήξει τις άδικες και παραβιαστικές συμπεριφορές του άλλου ή να γίνει “μάγος” που θα δώσει τη λύση με κάποια “μαγική” συνταγή. Όταν ένα ζευγάρι περνάει το κατώφλι του γραφείου μας, σπανίως έχει στο μυαλό του πως η ευθύνη για την κατάσταση της σχέσης τους ανήκει στους ίδιους αποκλειστικά και πως η δουλειά του θεραπευτή ή συμβούλου είναι να τους βοηθήσει να αναδείξουν τη ρίζα των προβλημάτων και να προχωρήσουν στις απαραίτητες αλλαγές ή να πάρουν μια ώριμη απόφαση για χωρισμό», μας λέει η ψυχολόγος και θεραπεύτρια οικογένειας Θεανώ Πολυζωγοπούλου.

Τα σημάδια

Πότε πρέπει να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε την προοπτική να αναζητήσουμε τις συμβουλές ενός ειδικού; Ποιες είναι οι συμπεριφορές που απαιτούν άμεση λύση;

- Όταν δεν μιλάμε. Η σημαντικότερη πρόκληση που αντιμετωπίζει μια σχέση είναι η δυσκολία στην επικοινωνία.

- Όταν μιλάμε μεν, μόνο για αρνητικά πράγματα δε. Η αρνητική επικοινωνία περιλαμβάνει ό,τι αφήνει έναν από τους δύο πληγωμένο, απαξιωμένο, ανασφαλή. Πέρα από το τι λέμε, σημασία έχει και το πώς το λέμε.

- Όταν φοβόμαστε να μιλήσουμε είτε για το σεξ είτε για τα λεφτά είτε για εκείνες τις μικρές, ενοχλητικές συνήθειες.

- Όταν η τρυφερότητα χρησιμοποιείται χειριστικά. Ένας από τους δύο θυμώνει και χρησιμοποιεί τη σιωπή ή την αποχή από κάθε εκδήλωση τρυφερότητας ως τιμωρία. Παίρνει το ρόλο γονιού/τιμωρού και η σχέση χάνει την ισορροπία της.

- Όταν βλέπουμε το σύντροφό μας ανταγωνιστικά και ξεχνάμε πως είμαστε στην ίδια ομάδα.

- Όταν έχουμε μυστικά. Όλοι έχουμε δικαίωμα στην ιδιωτικότητα, όταν όμως κρατάμε μυστικά κάτι δεν πάει καλά.

- Όταν έχουμε ή θα θέλαμε να έχουμε σχέση με άλλον. Δείγμα πως έχουμε ήδη βγει από την ουσία της σχέσης.

- Όταν ο ένας κρύβει τα οικονομικά του. Είναι το ίδιο επιζήμιο με την απιστία και δείχνει διάθεση χειρισμού.

- Όταν αισθανόμαστε πως όλα θα ήταν καλύτερα αν εκείνος άλλαζε. Το μόνο που μπορούμε να αλλάξουμε είναι ο εαυτός μας, αλλιώς θα περιμένουμε για πάντα.

- Όταν η σεξουαλική μας ζωή κοντεύει να γίνει ανύπαρκτη. Δεν είναι ασυνήθιστο η ένταση και η συχνότητα στο σεξ να φθίνουν. Οι σημαντικές όμως αλλαγές στην κρεβατοκάμαρα είναι δείγμα πως κάτι δεν πάει καθόλου καλά.

- Όταν καθημερινά, συνηθισμένα πράγματα ανάγονται σε αιτίες πολέμου. Συνήθως το πρόβλημα βρίσκεται αλλού.

Παρά τα καμπανάκια λίγα είναι τα ζευγάρια που αναγνωρίζουν τα συμπτώματα και καταφεύγουν εγκαίρως στον ειδικό. «Πολλές φορές έρχονται επειδή δεν έχουν τη δύναμη να παραδεχτούν πως ο γάμος τους τέλειωσε και ψάχνουν κάποιον να τους το επιβεβαιώσει αλλά και να τους το “επιτρέψει” ή να τους το ανακοινώσει», εξηγεί η Θεανώ Πολυζωγοπούλου. «Άλλες φορές πάλι, μη έχοντας τη δύναμη και την αποφασιστικότητα να προχωρήσουν σε δραστικές αλλαγές αλλά ούτε και να δώσουν τέλος στο γάμο τους, εγκαταλείπουν τη θεραπευτική διαδικασία και επιστρέφουν στην προηγούμενη προβληματική κατάσταση, αφού αυτό είναι τελικά που τους δίνει ασφάλεια».

Mr. & Mrs. Smith

Αλλά τι μπορεί να περιμένει ένα ζευγάρι που αναζητά πραγματική βοήθεια πηγαίνοντας σε σύμβουλο σχέσεων;

«Πηγαίνω στο σύμβουλο από οίκτο για εκείνον», λέει η Μαίρη για το σύζυγό της ύστερα από 18 χρόνια γάμου. «Τον παρακαλούσα χρόνια να βρούμε λύση για τη σχέση μας, που την έβλεπα να αργοπεθαίνει, αλλά εκείνος θύμωνε μαζί μου και με κατηγορούσε πως δεν εκτιμώ όσα κάνει για μένα και τα παιδιά. Όταν του ζήτησα διαζύγιο έπαθε πανικό και δήλωσε πως θα κάνει τα πάντα για να με κρατήσει. Ταρακουνήθηκε, είναι η αλήθεια, και ήταν εκείνος που επέμενε πλέον να πάμε σε σύμβουλο. Αλλά για μένα ήταν πια πολύ αργά, είχα ήδη χωρίσει μέσα μου».

Η Άννα, 42 ετών, που χώρισε ύστερα από 12 χρόνια γάμου, παραδέχεται πως «η συμβουλευτική σου δίνει τη δυνατότητα να κινηθείς γρηγορότερα και δεν σου επιτρέπει να παίξεις το ρόλο του θύματος, κάτι που μπορεί να συμβεί μόνο αν ένας από τους δύο κάνει ψυχοθεραπεία. Ένα ζευγάρι έχει υπάρξει κάποτε ομάδα, είναι οι άνθρωποι που συνεργάστηκαν για να φτιάξουν μια οικογένεια στηρίζοντας ο ένας τον άλλο. Γι’ αυτό και ένα ζευγάρι βρίσκει τον τρόπο να επικοινωνήσει ξανά πολύ γρήγορα».

Ο Γιώργος και η Έλενα είναι παντρεμένοι 13 χρόνια και έχουν δύο παιδιά. Ξεκίνησαν όπως όλα τα ζευγάρια, ερωτεύτηκαν, παντρεύτηκαν και έκαναν οικογένεια. Εκείνη πήρε το ρόλο της μητέρας, εκείνος του οικονομικού στηρίγματος. Στα 12 χρόνια που είναι γονείς έμειναν ελάχιστα μόνοι οι δυο τους. Ό,τι κι αν έκαναν αφορούσε τα παιδιά. Η Έλενα σπάνια έβρισκε χρόνο για τον εαυτό της και όταν το έκανε αισθανόταν ενοχές. Χρειαζόταν βοήθεια από το σύντροφό της αλλά δεν τη ζητούσε, αφενός γιατί «δεν έπρεπε να χρειάζομαι βοήθεια, έπρεπε να τα καταφέρνω όλα μόνη, όπως οφείλει μια καλή μητέρα να κάνει». Και αφετέρου γιατί «έπρεπε μόνος του να σκεφτεί πως χρειάζομαι βοήθεια».

Με τα χρόνια κατέληξε να απορρίψει το σύντροφό της γιατί εκείνος δεν επικοινωνούσε μαζί της σωστά. «Στα 10 χρόνια έπαθα burnout. Άρχισα να βγαίνω μόνη μου συνέχεια, χωρίς να με νοιάζει τι επίπτωση θα έχει αυτό στην οικογένειά μου. Φυσικά γνώρισα και κάποιον άλλο. Όταν ο Γιώργος το ανακάλυψε ξεκινήσαμε μαζί ψυχοθεραπεία. Στο θεραπευτή εκείνος μπερδεύτηκε με όσα άκουσε, δεν είχε καταλάβει πόσο θυμωμένη ήμουν μαζί του. Πληγώθηκε από το γεγονός ότι είχα εραστή, έχασε την εμπιστοσύνη του. Καθώς όμως αρχίσαμε να ψάχνουμε τι μας συνέβη, μέσα από τη θεραπεία, σταμάτησα να τον κατηγορώ για τα πάντα και μπόρεσα να δω καλύτερα εμένα. Σύντομα κατάλαβα πως μέχρι τότε απέφευγα τη σύγκρουση και πως η απαίτησή μου να καταλάβει μόνος του τι μου συνέβαινε ήταν παράλογη. Εκείνος συνειδητοποίησε πως απέφευγε να δει τα σημάδια γιατί ούτε εκείνος ήθελε να δει την αλήθεια κατάματα», λέει η Έλενα.

Ύστερα από έξι περίπου μήνες στο θεραπευτή, ο Γιώργος και η Έλενα κατάφεραν να αποκλείσουν την προοπτική του διαζυγίου, να επικοινωνήσουν ξανά και να θέσουν τη σχέση τους σε νέα βάση.

Πώς το κατάφεραν; «Κατάλαβα ότι σκεφτόμουν λάθος. Πώς δεν χρειαζόταν να είμαι συνέχεια μαζί με τα παιδιά για να είμαι καλή και αγαπητή μητέρα. Εκείνος κατάλαβε πως τα χρήματα μόνο δεν αγοράζουν την ευτυχία και πως πρέπει να είναι δίπλα μας περισσότερο. Κατανοήσαμε τα προβλήματά μας, μιλήσαμε ανοιχτά και με ειλικρίνεια. Μάθαμε περισσότερα για τους εαυτούς μας και καταφέραμε να φτιάξουμε μια σχέση στην οποία αισθανόμαστε και οι δύο καλά», λέει η Έλενα.

Συνήθως όμως όταν το ζευγάρι κάθεται στο ντιβάνι, όσο αποφασισμένοι κι αν είναι για διαζύγιο, δεν μπορούν να χειριστούν ψύχραιμα την κατάσταση. «Όταν έρχονται σ’ εμάς τα πράγματα είναι ήδη πολύ τεταμένα και οι θεραπευτές γινόμαστε μάρτυρες της ματαίωσης, του θυμού και του πόνου τους. Mεταφέρεται ένας πλήρως μαινόμενος πόλεμος μέσα στο γραφείο μας. Όσο κι αν προσπαθούν να κρατήσουν την ψυχραιμία τους, υπάρχουν έμμεσες και άμεσες αλληλοκατηγορίες και επίρριψη ευθυνών για την αποτυχία της σχέσης, ενώ είναι έντονο ένα παιχνίδι ισχύος με μοχλό πίεσης τα παιδιά και το χρήμα», εξηγεί η κ. Πολυζωγοπούλου.

Όμως το παιχνίδι δεν είναι πάντα τελείως χαμένο. Πότε; Όταν το ζευγάρι δεν φοβηθεί να ζητήσει βοήθεια πριν τα πράγματα φτάσουν στο απροχώρητο. «Η συμβουλευτική διαζυγίου αποδίδει εφόσον είναι και οι δύο πρόθυμοι να συνεργαστούν σε ένα ελάχιστο επίπεδο προκειμένου να διεκπεραιώσουν με τη μεγαλύτερη δυνατή λειτουργικότητα αυτή την επώδυνη, ούτως ή άλλως, τυπική και συναισθηματική διαδικασία προς όφελος των ίδιων και των παιδιών», λέει η ειδικός. Το καυτό ερώτημα όμως είναι ένα: τελικά η συμβουλευτική σχέσης -ή διαζυγίου όπως πλέον έχει καταλήξει- λειτουργεί; «Ναι, ακόμα και αν το ζευγάρι καταλήξει σε χωρισμό», συνεχίζει η κ. Πολυζωγοπούλου. «Είναι σημαντικό να μπορέσει να πάρει χώρο καθένας για να πενθήσει τη σχέση και το γάμο που τελειώνει και να κατορθώσει να δει ξανά τις δυνατότητές του στο μέλλον για μια λειτουργική και ευτυχισμένη σχέση». Ακόμα κι αν αυτή είναι με άλλον. 

Πηγη  marieclaire

About Author



Ποια είναι η δική σου ερώτηση / σχόλιο;

Σχολιάστε

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν κοινοποιείται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Επιτρέπονται τα εξής στοιχεία και ιδιότητες HTML: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <strike> <strong>