Πώς τα κίνητρα επηρεάζουν τον τρόπο που συμπεριφερόμαστε;
Ο Piers Paul Read αναφέρει πως οι επιζώντες από την πτώση ενός αεροπλάνου σε μία παγωμένη, απομονωμένη περιοχή των Άνδεων της Χιλής στράφηκαν προς τον κανιβαλισμό, τρώγοντας τις σάρκες των νεκρών συνεπιβατών τους. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1988, ο αριστερόχειρας πίτσερ Jim Abbott χάρισε στις Ηνωμένες Πολιτείες ένα χρυσό μετάλλιο στο μπέιζμπολ, παρά το γεγονός ότι είχε γεννηθεί χωρίς δεξί χέρι. Γιατί, λοιπόν, οι πολιτισμένοι άνθρωποι θα έφταναν στο σημείο να φάνε ανθρώπινη σάρκα; Γιατί ένας μονόχειρας θα ακολουθούσε καριέρα στο μπέιζμπολ, όταν ακόμη και άριστοι αθλητές με δύο χέρια συχνά αποτυγχάνουν;
Με σκοπό να εξηγηθούν τέτοιου είδους παράξενες συμπεριφορές, όπως επίσης και άλλες συμπεριφορές της καθημερινής ζωής, οι ψυχολόγοι χρησιμοποιούν την έννοια των κινήτρων. «Οι ψυχικές λειτουργίες είναι βοηθητικά όργανα ή μέσα για να διατηρηθεί κάθε οργανισμός στη ζωή. Υπάρχουν και άλλα στοιχεία, που κινούν τον άνθρωπο, και γενικά κάθε οργανισμό, σε δράση, και είναι τα λεγόμενα κίνητρα ή αίτια της συμπεριφοράς γενικά. Οι ψυχικές λειτουργίες είναι τα καλούπια της συμπεριφοράς και των βιωμάτων και αναφέρονται στο πως λειτουργεί η ψυχική ζωή, ενώ οι προϋποθέσεις και τα κίνητρα της συμπεριφοράς αναφέρονται στο γιατί λειτουργεί έτσι η ψυχική ζωή».
Τα είδη των κινήτρων και οι στόχοι τους
Τα κίνητρα μπορούν να διαχωριστούν σε πρωταρχικά, γενικευμένα και δευτερεύοντα.
Αναλυτικά, τα πρωταρχικά είναι αυτά που στηρίζονται σε βιολογικούς παράγοντες και δεν είναι αποτέλεσμα μάθησης, όπως το αίσθημα της δίψας, το σεξ, η αποφυγή του πόνου και ο ύπνος.
Ως γενικευμένα κίνητρα αναφέρονται εκείνα τα οποία δεν είναι αποτέλεσμα μάθησης, αλλά δεν είναι ούτε και αποτέλεσμα των βιολογικών παραγόντων. Τα γενικευμένα κίνητρα είναι η περιέργεια, ο χειρισμός και η ενεργητικότητα. Επίσης, ενώ τα πρωταρχικά έχουν ως στόχο να μειώσουν το άγχος, που δημιουργεί η έλλειψη, αντιθέτως τα γενικευμένα προκαλούν μεγαλύτερο ερέθισμα.
Τέλος, τα δευτερεύοντα κίνητρα είναι αποτέλεσμα μάθησης. Συγκεκριμένα, τέτοιου είδους κίνητρα είναι το κίνητρο για εξουσία, η δημιουργία δεσμών και η προσχώρηση σε κάποια ομάδα και η επίτευξη.
Έρευνες και τεστ για το κίνητρο της επιτυχίας
Ο Murray ήταν ο πρώτος που αναγνώρισε πως η «ανάγκη επίδοσης» ήταν ένα βασικό κίνητρο μεταξύ είκοσι συνολικά κινήτρων. Το κίνητρο αυτό ορίζεται ως «η επιθυμία του ανθρώπου να διενεργήσει κάτι δύσκολο, να κατακτήσει φυσικά αντικείμενα, ανθρώπους ή ιδέες, να τα χειραγωγήσει και να τα οργανώσει, και όλα αυτά όσο το δυνατόν πιο γρήγορα και πιο αυτόνομα, να ξεπεράσει εμπόδια και να επιτύχει ένα υψηλό επίπεδο επίδοσης, να ξεπεράσει τον ίδιο του τον εαυτό, να συναγωνιστεί τους άλλους και να είναι καλύτερος από αυτούς, να αυξήσει τον αυτοσεβασμό του με την επιτυχή αξιοποίηση των ικανοτήτων του».
Το 1943, ο Murray δημιούργησε ένα όργανο μέτρησης αυτών των βασικών αναγκών, το γνωστό τεστ της θεματικής ετοιμότητας αντίληψης (TAT: Thematic – Apperception – Test). Σ’ αυτό το τεστ τα άτομα βλέπουν κάποιες κάρτες με εικόνες που αποτελούνται από διάφορα θεματικά περιεχόμενα και καλούνται να διηγηθούν μία ιστορία για το κάθε ένα (πώς έγινε αυτό; τι θα μπορούσε να γίνει στη συνέχεια; τι σκέπτονται ή νιώθουν για τα πρόσωπα της ιστορίας;). Μέσω αυτών των δειγμάτων σκέψης, που προέρχονται από τα τεστ, μπορούν να εξαχθούν κάποια συμπεράσματα για τα κίνητρα του ατόμου. Αυτό το τεστ έχει στηριχθεί στη βασική ιδέα του Freud για το φαινόμενο της «προβολής», κατά το οποίο ασυνείδητα συναισθήματα μεταδίδονται σε άλλους. Επομένως, σε αυτή την περίπτωση μπορούμε να πούμε πως το ΤΑΤ είναι ένα προβολικό τεστ.
Οι επόμενες έρευνες προέρχονταν κυρίως από μία ομάδα των McClelland και Heckhausen και τονίζουν πως δύο παράγοντες διαδραματίζουν ρόλο στο κίνητρο της επίτευξης: η ελπίδα με στόχο την επιτυχία και ο φόβος της αποτυχίας. Η ομάδα καταπιάστηκε αρχικά με τη συστηματική μελέτη των ανθρώπινων κινήτρων, στην οποία χρησιμοποιήθηκε το ΤΑΤ σαν όργανο μέτρησης. Αργότερα, στα πλαίσια της γενικότερης έρευνας τους προσπάθησαν να μετρήσουν το βασικότερο κίνητρο: την πείνα, στερώντας τροφή από τους συμμετέχοντες για διαφορετικά χρονικά διαστήματα. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν πως όσο μεγάλωναν τα χρονικά διαστήματα μεταξύ των συσσιτίων, τόσο συχνότερες ήταν και οι αναφορές των συμμετεχόντων σε θέματα τροφής στις ιστορίες που εκφράζονταν στο ΤΑΤ.
Κατόπιν, οι ερευνητές δημιούργησαν κάποιες εικόνες με περιεχόμενο σχετικό με τον ερεθισμό της επίδοσης και με ένα ανάλογο σύστημα αξιολόγησης. Αυτή η μελέτη είχε ως σκοπό να εξεταστούν περιεχόμενα σχετικά με συναισθήματα, τα οποία συνδέονταν με επιτυχία σε μία αναμέτρηση, με σκοπό την ανάδειξη του καλύτερου, παραπέμποντας έτσι στο κίνητρο επίτευξης. Ακόμη μέσω αυτής της μελέτης αξιολογήθηκε και ο τρόπος αντίδρασης των ατόμων (ανταγωνισμός, αυτοαμοιβή, υπέρβαση εμποδίων κτλ.).
Ο ρόλος του ρίσκου και η δύναμη των κινήτρων
Ο McClelland μελέτησε την άποψη, σύμφωνα με την οποία τα πρόσωπα που διαθέτουν κίνητρα επιδιώκουν στόχους επίδοσης, ρισκάροντας σε μέτριο βαθμό. Υποστηρίζει πως: «τα μεγάλα ρίσκα προκαλούν συγκράτηση λόγω του μεγάλου κινδύνου της αποτυχίας, κυρίως επειδή μια πραγματική επιτυχία θα αποδιδόταν περισσότερο στις συμπτώσεις ή την τύχη παρά στις ικανότητες του ίδιου του προσώπου. Βέβαια, τα μικρά ρίσκα δεν ευνοούν την ανάπτυξη της περηφάνιας για την επίδοση, αφού σχεδόν ο καθένας θα μπορούσε να επιτύχει το ίδιο».
Με στόχο να ελεγχθεί αυτή η άποψη, ο McClelland διεξήγαγε μια μελέτη με συμμετέχοντες παιδιά ηλικίας πέντε ετών. Τα παιδιά είχαν καταταχθεί σε δύο κατηγορίες: με μικρό ρίσκο και με μεγάλο ρίσκο, σύμφωνα με τις απαντήσεις τους σε ένα ΤΑΤ τεστ και έπρεπε να παίξουν με μια κουλούρα. Συγκεκριμένα, το κάθε παιδί έπρεπε να ρίξει την πλαστική κουλούρα στα άλλα παιδιά και να προσπαθήσει να την περάσει στο χέρι ενός από αυτά. Το παιχνίδι όμως, μπορεί να παιχτεί και με μία παραλλαγή, όπου τα παιδιά προσπαθούν να περάσουν την κουλούρα σε κάποιους κώνους. Σύμφωνα με τον Γεωργογιάννη: «Όλα τα παιδιά επέλέξαν τις μεσαίες αποστάσεις ρίψης πιο συχνά από όλες τις άλλες (δηλαδή μέση πιθανότητα επιτυχίας). Η υπόθεση του επιβεβαιώθηκε από το γεγονός ότι τα παιδιά με μεγάλο βαθμό κινήτρου επέλεξαν τις μεσαίες αποστάσεις πιο συχνά από ό,τι τα παιδιά με μικρό βαθμό κινήτρου, ενώ πολύ σπάνια επέλεξαν ακραίες αποστάσεις ρίψης (με πολύ μικρή ή πολύ μεγάλη πιθανότητα επιτυχίας)».
Τέλος, είναι αποδεδειγμένο μέσα από έρευνες πως τα άτομα που χαρακτηρίζονται από υψηλό κίνητρο επίτευξης (High Achiever), διακατέχονται από μεγάλη ένταση και αντοχή για την επίλυση προβλημάτων, καταβάλουν μεγάλες προσπάθειες, με απώτερο σκοπό τη βελτίωση της απόδοσης. Αποτέλεσμα δεν είναι άλλο από το να φτάνουν στον τελικό στόχο τους, δηλαδή την κατάκτηση καλύτερων επιδόσεων.
Πηγή:flowmagazine.gr